Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Όταν έχασε ο Marx


Αν επικέντρωνε όλη του την ενέργεια στη βιομηχανία και τις δουλειές του θα μπορούσε να γίνει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αρκετά πλούσιος. Τα κέρδη του έφταναν ήδη κατά μέσο όρο τις 8 με 10 χιλιάδες λίρες τον χρόνο. Τον κέρδισε όμως η πολιτική, τα ταξίδια του ανά τον κόσμο και το γράψιμο για τη σημασία και την ηθική ανωτερότητα του ελεύθερου εμπορίου (ή του αντιπροστατευτισμού) ως τον καθοριστικό παράγοντα που θα έκανε καλύτερη τη ζωή του ατόμου και που θα αναβάθμιζε τις διεθνείς σχέσεις, που θα έφερνε δηλαδή, ευημερία αλλά και ειρήνη. 

Εκ πεποιθήσεως ειρηνιστής, επηρεασμένος από τις ιδέες του Adam Smith, και χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Libra, δημοσίευσε πολλά γράμματα για τις ιδέες του αρχικά στους Times του Μάντσεστερ, στην πόλη όπου ξεκίνησαν όλα. 


Η Μεγάλη Βρετανία φιλελευθεροποίησε το εμπόριο της όταν κατάργησε τους περίφημους Νόμους του Καλαμποκιού (1846). Ήταν η πρώτη μεγάλη κληρονομιά του Richard Cobden με την οποία δεν έκανε μόνο τη χώρα του σπουδαία, αλλά άνοιξε τον δρόμο για την φιλελευθεροποίηση της οικονομίας σ' όλη τη Δύση. Η δεύτερη, ήταν η συνθήκη Cobden-Chevalier με την οποία απελευθερώθηκαν σημαντικά από τον κρατικό παρεμβατισμό και τους δασμούς οι αγγλο-γαλλικές εμπορικές σχέσεις. Μέχρι το 1875, πάνω από 50 παρόμοιες σε δομή συνθήκες, είχαν ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Πρόκειται για την πρώτη φάση της δαιμονοποιημένης σήμερα, ακόμα και από αυτοαποκαλούμενους οικονομικά φιλελεύθερους, παγκοσμιοποίησης.

Οι Νόμοι του Καλαμποκιού ήταν φόροι, δασμοί στην εισαγωγή σιτηρών. Ο σκοπός τους ήταν να κρατούν τις τιμές από το εξωτερικό πολύ ψηλά για χάρη των ντόπιων γαιοκτημόνων οι οποίοι κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή στο κοινοβούλιο. Το αποτέλεσμα ήταν το ψωμί να είναι ένα πανάκριβο προϊόν. Οι ντόπιοι ολιγάρχες πούλαγαν το στάρι όσο ήθελαν, και οι κάτοικοι ήταν αναγκασμένοι να αγοράζουν από εκείνους αφού το ξένο ήταν απλησίαστο. Οι τιμές δεν έπεφταν ακόμα και όταν τα αποθέματα τέλειωναν. Επειδή το φαγητό ήταν πολύ ακριβό, αναγκαστικά ήταν και οι μισθοί πολύ υψηλοί, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται και οι επιχειρηματίες αφού όχι μόνο έπρεπε να πληρώνουν τους εργάτες πιο πολύ (για να έχουν να αγοράσουν να φάνε), αλλά έπρεπε και να επιβιώσουν σε μια αγορά στην οποία, αν και είχε αρχίσει να βιομηχανοποιείται, ο μόνος τομέας που κινείτο ήταν εκείνος των τροφίμων. Κανένας δεν αγόραζε τίποτα άλλο. Κανένα άλλο προϊόν δεν είχε ανάλογη ζήτηση. Ο Cobden που μαζί με τον John Bright ίδρυσαν την Λίγκα εναντίον αυτών των νόμων, έκανε άρτια οργανωμένες εκστρατείες που ένωσαν πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους μεταξύ τους, προκειμένου να εξηγήσει γιατί και πώς το ελεύθερο εμπόριο ευνοεί πάντα τον καταναλωτή. Ιδιαίτερα τον πιο αδύναμο οικονομικά, αλλά και τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες.

Συνηθίζεται, όταν η συζήτηση έρχεται σε θέματα πολιτικής οικονομίας και συγκεκριμένα στην ελεύθερη αγορά να επικρατεί η αντίληψη πως οι πλούσιοι (οι ισχυροί, οι κεφαλαιοκράτες) θέλουν ανοιχτή οικονομία, δηλαδή ασυδοσία, σε βάρος των συμφερόντων της μεσαίας και βέβαια της εργατικής τάξης. Η πρώτη βασική -και εσκεμμένη πλάνη- είναι πως "ανοιχτή οικονομία" δεν σημαίνει ασυδοσία. Η Βρετανία κατάργησε τον προστατευτισμό, όχι το κοινοβούλιο, ούτε τις άλλες εξουσίες. Υπάρχει όμως και μία ακόμη πλάνη στον παραπάνω ισχυρισμό: Ιστορικά, εκείνοι που ήταν κατά της ανοιχτής, ελεύθερης οικονομίας, ήταν πάντα οι ισχυροί. Τους ξέρουμε και ως "αριστοκράτες". Ούτε η εργατική τάξη όμως ήθελε ακριβώς την κατάργηση των προνομίων των λίγων. Την ήθελε σε πολιτικό ίσως επίπεδο με την καθολική ψηφοφορία, μέσα από την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση, δεν την ήθελε όμως στο οικονομικό πεδίο, όπως διδάσκει το παράδειγμα της Βρετανίας, αφού εκτός από τους αριστοκράτες, εναντίον της κατάργησης των Νόμων του Καλαμποκιού τάχθηκαν και οι Chartists, ό,τι πιο κοντά είχε η χώρα τότε σε κομμουνισμό. Οι Chartists, με ελάχιστες εξαιρέσεις που δεν μπόρεσαν να κάνουν τη διαφορά, στάθηκαν απέναντι στην εκστρατεία του Cobden. Για λόγους παράδοξους, δεν τους πείραζε να είναι η τιμή του ψωμιού στον θεό, αρκεί να είχαν υψηλούς μισθούς. Δεν τους πείραζε να πεινάνε, αρκεί τα "αφεντικά" να πρέπει να πληρώνουν πολλά.  


Η κατάργηση των Νόμων ήταν η μεγάλη επανάσταση της μεσαίας τάξης. Ήταν η αρμονία των τάξεων και η ειρήνη, απέναντι στον πόλεμο στον οποίο ήθελε οπωσδήποτε να τις βάλει ο Marx. Όλο το πιστεύω άλλωστε του Cobden ήταν ένα ανάθεμα στον Marx, όπως είχε παρατηρήσει ο Francis Wrigley Hirst το 1941, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η μεγάλη νίκη του Cobden και του μαντσεστερισμού (όρος που χρησιμοποιήθηκε με αρνητική χροιά ανάλογη με αυτή που έχει σήμερα ο νεοφιλελευθερισμός) είναι ότι πέρασε στη συνείδηση του κόσμου, την ηθική σημασία του ελεύθερου εμπορίου. Μόνο με αυτό διασφαλίζεται η δικαιοσύνη, ότι καμία ομάδα, καμία τάξη, δεν θα είναι πιο προνομιούχα από την άλλη, καμία δεν θα  μπορεί να έχει ειδικό καθεστώς προστασίας από την κυβέρνηση σε βάρος κάποιας άλλης. Ο Marx πιθανόν να είδε αυτό το βάθος της νίκης, για αυτό και δύο χρόνια μετά την κατάργηση, έγραφε το 1848, τη χρονιά που τύπωνε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, την χρονιά της Άνοιξης των Εθνών με τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις, και του τέλους της εποχής του Μέτερνιχ, ότι κανένας ξεσηκωμός στην Ευρώπη δεν θα έχει νόημα, αν δεν στηριχτούν οι Chartists, και αν δεν αλωθεί η Μεγάλη Βρετανία. Ήξερε ότι η μεγάλη επανάσταση του παγκόσμιου προλεταριάτου θα έπρεπε να ξεκινήσει από εκεί για να είναι επιτυχής. Διαψεύστηκε, και ευτυχώς δεν ήταν η μοναδική φορά.

Ο Richard Cobden, γνωστός και ως "ο απόστολος του ελεύθερου εμπορίου", πέθανε σε ηλικία 60 ετών, σαν σήμερα, στις 2 Απριλίου του 1865.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου