Οι μυστικές συναντήσεις Κωνσταντίνου-Παπανδρέου-Κανελλόπουλου που οδήγησαν στην κυβέρνηση Παρασκευόπουλου
Τα Χριστούγεννα του 1966 ήσαν από τα πιο κρίσιμα της νεότερης ιστορίας μας και λίγοι είχαν συνειδητοποιήσει ότι εκείνες τις μέρες παρουσιαζόταν η τελευταία ευκαιρία για να βγούμε από την πολιτική κρίση που είχε ξεσπάσει τον Ιούλιο του 1965. Η «ευκαιρία» ήταν η κυβέρνηση του Ιω. Παρασκευόπουλου, που σχηματίσθηκε με τη μυστική συμφωνία του τότε βασιλέως Κωνσταντίνου, του Γεωρ. Παπανδρέου και του Παν. Κανελλόπουλου, αφού προηγουμένως οι δύο τελευταίοι ανέτρεψαν την κυβέρνηση Στεφ. Στεφανόπουλου.
Δικαιολογημένη είναι η απορία, όσων δεν έζησαν τότε τα δραματικά γεγονότα: αφού συμφώνησαν οι τρεις πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής του τόπου για τη λύση αυτή, γιατί η χώρα δεν μπόρεσε να βγει από το πολιτικό αδιέξοδο και η Ελλάδα κατρακύλησε στη συμφορά της δικτατορίας; Γιατί χάθηκε η τελευταία ευκαιρία να επιζήσει η δημοκρατική ομαλότητα;
Όσα μεσολάβησαν, διαδραματίσθηκαν στο παρασκήνιο, και λάθη, καταλογίζονται σε πολλές πλευρές. Πέραν, όμως, των δύο προσώπων που αποτελούσαν τους φανερούς «μονομάχους», τον Ανώτατον Άρχοντα και τον αρχηγό της Ε.K. –υπήρχε και κάποιος άλλος που έπαιξε καταλυτικό ρόλο, κινούμενος στο ημίφως αυτού του παρασκηνιού. Αλλά, αυτά στην ώρα τους. Η ιστορία όπως εξελίχθηκε τότε, συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία ενός «πολιτικού θρίλερ». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Τo έχουμε γράψει κι άλλοτε: η υπόθεση της «αποστασίας», δεν είναι τόσο απλή, όσο θέλουν να την παρουσιάζουν ορισμένοι. Η τύφλωση των παθών εκείνη την εποχή, εμπόδισε τους πολλούς να δουν την αληθινή εικόνα των γεγονότων και την ουσία του προβλήματος. Αλλά και το γεγονός ότι πρωθυπουργός τυχαίνει να είναι σήμερα ο πρωταγωνιστής της κυβέρνησης Νόβα (ορκίσθηκε κατά τρόπο ατυχή και ανορθόδοξο μετά την παραίτηση του Γ. Παπανδρέου), εμποδίζει ακόμα και στις μέρες μας τη σωστή ενατένιση των πραγμάτων.
Η κρίση ξέσπασε με την υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ». Δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε το ειδικό αυτό θέμα. Απλώς θα αναφέρουμε ότι η οργάνωση αυτή μέσα στο στρατό υπήρχε ως αντιστάθισμα του ΙΔΕΑ, πέρασε από διάφορα στάδια και προσανατολισμούς, έως ότου κατέληξε να πλευρίσει τον κ. Ανδρ. Παπανδρέου, η δυναμικότητα του οποίου, είχε εντυπωσιάσει τους αξιωματικούς που μετείχαν στην οργάνωση. Από τη στιγμή όμως που γίνεται γνωστή η ύπαρξη του ΑΣΠΙΔΑ, και μαζί συνδέεται το όνομα του κ. Α. Παπανδρέου, αρχίζουν τα σοβαρά προβλήματα.
Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, νεαρός και άπειρος, επηρεάζεται από τις κραυγές της Δεξιάς, που τον «βεβαιώνουν» ότι ο γιος του πρωθυπουργού με τον ΑΣΠΙΔΑ, θα τον αποτρέψουν! Αποκαλύπτεται ο ρόλος του Γαρουφαλιά, ως τοποτηρητή των Ανακτόρων. Ακολουθούν οι επιστολές βασιλέως-πρωθυπουργού, τις οποίες ο τελευταίος αποκρύπτει από την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος.
Όταν πια η διαφωνία θα γίνει φανερή, τα επιτελικά στελέχη της Ε.Κ., συμβουλεύουν τον Γ. Παπανδρέου να ορίσει προσωρινά έναν έμπιστο συνεργάτη του στο υπουργείo Εθνικής Αμύνης, μέχρις ότου τελειώσει η δικαστική έρευνα για τον ΑΣΠΙΔΑ και να μην παραιτηθεί από πρωθυπουργός.
Τα όσα ακολούθησαν, είναι γνωστά. Ο Γ. Παπανδρέου δεν δέχεται «συμβιβασμό» και παραιτείται. Η νέα κυβέρνηση του Γ.Νόβα, ορκίζεται αστραπιαία με τρόπο ανορθόδοξο, με αποτέλεσμα να δίνει την εντύπωση ότι υπήρξε συνωμοσία. Δυναμικός παράγων σ’ αυτήν την κυβέρνηση, ήταν ο κ.Μητσοτάκης, ο οποίος στην «Πολιτική του βιογραφία», παραδέχεται ότι «…Πάντως θεωρώ ότι η τακτική που ηκολουθήθη, ήτο εσφαλμένη…».
Ας φθάσουμε όμως στη συγκεκριμένη περίοδο που μας ενδιαφέρει, όταν πρωθυπουργός ήταν ο Στεφ. Στεφανόπουλος.
Ενώ πλησίαζαν τα Χριστούγεννα του 1966, η ατμόσφαιρα στην εορταστική Αθήνα ήταν βαριά. Στις 20 Δεκεμβρίου, όλοι αιφνιδιάστηκαν από την ξαφνική δήλωση του αρχηγού της ΕΡΕ Παν. Κανελλόπουλου, ότι το κόμμα του, παύει να υποστηρίζει την κυβέρνηση Στεφανόπουλου…
Η δήλωση εκείνη, είχε ξαφνιάσει και τον ίδιο τον τότε πρωθυπουργό, επειδή είχε άλλες διαβεβαιώσεις. Ο Στεφ. Στεφανόπουλος, είχε αφηγηθεί στο συντάκτη αυτού του κειμένου ότι είχε ζητήσει από τον Παν. Κανελλόπουλο μια χάρη. Όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία, επισκέφθηκε τον αρχηγό της ΕΡΕ στο «ερημητήριό του», στο Στροφύλι της Κηφισιάς, και του είπε:
-Βλέπεις Παναγιώτη, κάτω από ποιες συνθήκες γίνομαι πρωθυπουργός. Θα ήθελα να σε παρακαλέσω, όταν κρίνεις, για λόγους που εσύ θα νομίζεις, ότι δεν θα μπορείς να με στηρίζεις άλλο, μη με ανατρέψεις μέσα στη Βουλή. Τηλεφώνησέ μου, κι εγώ θα υποβάλω την παραίτησή μου αμέσως για «λόγους υγείας»…
Ο Κανελλόπουλος πράγματι του έδωσε αυτή την διαβεβαίωση, αλλά λίγες μερες πριν από τα Χριστούγεννα, στις 20 Δεκεμβρίου, εδήλωσε ότι παύει να στηρίζει την κυβέρνηση Στεφανόπουλου. Τι είχε συμβεί; Ο ίδιος ο Π. Κανελλόπουλος, πολύ αργότερα, είχε διευκρινήσει: «Η πράξη μου εκείνη, έχει την προϊστορία της. Η μία φάση της προϊστορίας αυτής, σημειώθηκε σε δημόσιο χώρο, στην Βουλή. Η άλλη φάση δεν ήταν φανερή, όχι όμως από δική μου υπαιτιότητα, αλλά επειδή παρά την βαθειά μου αντιπάθεια στα παρασκήνια, έπρεπε να σεβαστώ, για έναν αγαθό άλλωστε σκοπό, την επιθυμία του Βασιλέως Κωνσταντίνου και του Γεωργίου Παπανδρέου. Γύρω από την αφανή αυτή φάση της προϊστορίας που είχε η κυβερνητική αλλαγή του Δεκεμβρίου 1966, ελέχθησαν και εγράφησαν πολλά. Άλλα είναι ανακριβή, άλλα απλές υποθέσεις και άλλα, μισές αλήθειες. Υφάνθηκε και ένα ολόκληρο παραμύθι…».
Τι είχε συμβεί λοιπόν;

Στις 30 Νοεμβρίου, στην καθιερωμένη μεγάλη θρησκευτική εορτή του Αγίου Ανδρέα, η Πάτρα ήταν σημαιοστολισμένη και ο κόσμος είχε πλημμυρίσει τους δρόμους. Ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, ο πρωθυπουργός Στ. Στεφανόπουλος και ο αρχηγός της ΕΡΕ, παρακολούθησαν τη λειτουργεία στο Ναό του Αγ. Ανδρέα. Σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, μετά τη λιτανεία, ο δήμαρχος παρέθεσε γεύμα στο δημαρχείο για τους επίσημους. Ο Στεφανόπουλος, οι υπουργοί που τον είχαν συνοδεύσει καθώς και οι τοπικοί παράγοντες είχαν πάρει τις θέσεις τους, αλλά το γεύμα δεν μπορούσε να αρχίσει, διότι ο Κωνσταντίνος και ο Παν. Κανελλόπουλος, είχαν κλειστεί μόνοι τους, στο γραφείο του δημάρχου. «Έχω να σας πω κάτι σοβαρό κ. Πρόεδρε», είπε ο Βασιλεύς». Γράφει ο Π. Κανελλόπουλος… Τότε μου ανεκοίνωσε, ότι από τις αρχές Νοεμβρίου, βρισκόταν σε έμμεση επικοινωνία με τον αρχηγό της Εν. Κέντρου. Την πρωτοβουλία είχε ο Γεώργιος Παπανδρέου. Αυτό προκύπτει και από ένα τετρασέλιδο δακτυλογραφημένο μνημόνιο, που –όταν ολοκληρώθηκαν οι συνεννοήσεις και εφθάσαμε και οι τρεις, ο Βασιλεύς, ο Γ. Παπανδρέου και εγώ σε συμφωνία– διατυπώθηκε από τον τότε αρχηγό του πολιτικού γραφείου του Βασιλέως, πρέσβη Δημ. Μπίτσιο, και υπογράφηκε στις 18 Δεκεμβρίου 1966, από τον Γ. Παπανδρέου και μένα. Το μνημόνιο αυτό, που αντίγραφά του παραδόθηκαν σε μας τους δύο, αρχίζει με τις λέξεις: «Αρχομένου του Νοεμβρίου 1966, ο κ. αρχηγός της Ε.Κ. διεμήνυσεν εις την Α.Μ. τον Βασιλέα, ορισμένας απόψεις, αποσκοπούσας εις τον κατευνασμόν των πολιτικών πραγμάτων της χώρας…». Ξαναγυρίζω στη συνομιλία που είχα με τον Βασιλέα στις 30 Νοεμβρίου στην Πάτρα.
Ο Βασιλεύς μου είπε, ότι εθεώρησε καθήκον του να ανταποκριθεί ευνοϊκά στην πρωτοβουλία του Γ. Παπανδρέου και ότι με μεσολαβητή έμπιστο πρόσωπο (τον τότε βουλευτή και πρώην υπουργό Στ. Χούντα) έλαβε τις συγκεκριμένες προτάσεις του αρχηγού της Ε.Κ., αλλά δεν μπορούσε να προχωρήσει στην αποδοχή τους, αν δεν συμφωνούσα κι εγώ, πράγμα που ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου θεωρούσε απαραίτητο.
Οι προτάσεις (πέντε σημεία) περιέχονται στο μνημόνιο που υπέγραψαν στις 18 Δεκεμβρίου, ο Παπανδρέου και ο Κανελλόπουλος. Θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διέξοδο από την κρίση, εκείνες οι προτάσεις του αρχηγού του Κέντρου; Ο Παν. Κανελλόπουλος το πίστευε απόλυτα. «Οι προτάσεις εκείνες είχαν περιεχόμενο, που –αν η εξέλιξη των πραγμάτων δεν ανέτρεπε τις προϋποθέσεις για την ιστορική υλοποίηση– θα αποδεικνύονταν ωφέλιμες για την Ελλάδα και τη Δημοκρατία…». Ο Κωνσταντίνος παρεκάλεσε τον αρχηγό της ΕΡΕ, να μην αποκαλύψει, ούτε στους πιο στενούς συνεργάτες του, τα όσα θα επακολουθούσαν. «Δεν είναι μόνον δική μου παράκλησις κ. Πρόεδρε. Είναι παράκλησις και του κ. Παπανδρέου!»
Ο Κανελλόπουλος συμφώνησε. Έτσι, σχεδιάστηκαν οι δύο μυστικές συναντήσεις.
Η πρώτη συνάντηση μεταξύ Παπανδρέου-Κανελλοπούλου, οργανώθηκε από τον βασιλέα. Κανείς δεν έπρεπε να μάθει τίποτα. Και σαν ασφαλής τοποθεσία γι’ αυτό το «ραντεβού των αρχηγών» θεωρήθηκε το Τατόι. Εκεί σε μικρή απόσταση από την κατοικία της βασιλικής οικογένειας, βρισκόταν το ιδιαίτερο οίκημα –το υπασπιστήριο– όπου ήταν απίθανο να γίνουν αντιληπτοί από κάποιον αδιάκριτο. Όταν έφθασαν οι δύο αρχηγοί, βασίλευε απόλυτη ησυχία. Το κρύο ήταν τσουχτερό και μέσα στην ερημιά, δεν ακούγονταν παρά μόνο οι θόρυβοι του δάσους. Ο Π. Κανελλόπουλος οδήγησε μόνος του το αυτοκίνητό του, ενώ ο Γ. Παπανδρέου είχε οδηγό άτομο της εμπιστοσύνης του. Οι δύο ηγέτες, τυλιγμένοι στα παλτά τους, προχώρησαν βιαστικά μέσα στο σκοτάδι. Οι άνδρες της φρουράς, είχαν πάρει διαταγή να εξαφανισθούν, και τα φυλάκια ήσαν άδεια. Ακόμη και τα περισσότερα φώτα στο δάσος των ανακτόρων του Τατοΐου, ήσαν σβηστά.
Οι δύο αρχηγοί έφθασαν σχεδόν ταυτόχρονα. Οι σιλουέτες τους διαγράφονταν περίεργα μέσα στο σκοτάδι. Μέσα στο υπασπιστήριο, τους περίμεναν δύο άνδρες σιωπηλοί. Ο Δημ. Μπίτσιος και ο τότε ταγματάρχης Μ. Αρναούτης. Μόλις τους είδαν, έσπευσαν να τους υποδεχτούν, και επειδή δεν υπήρχε προσωπικό, τους προσέφεραν οι ίδιοι καφέ, και ύστερα τους άφησαν μόνους. Η συζήτηση προβλεπόταν να διαρκέσει 20 λεπτά. Κράτησε πάνω από μία ώρα. Ο Γ. Παπανδρέου και ο Π. Κανελλόπουλος με την παλιά φιλία που τους ένωνε (δεν διαταράχθηκε ούτε στους πιο οξείς αγώνες) μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Συμφώνησαν να ρίξουν την κυβέρνηση Στεφανόπουλου, και να σχηματισθεί άλλη υπηρεσιακή, η οποία θα ψήφιζε νέο εκλογικό νόμο, θα εθέσπιζε την απλή αναλογική που όλοι ήθελαν, και οι εκλογές θα γίνονταν στα τέλη του Μαΐου 1967. «Πρέπει να κατευνάσουμε τα πάθη», είπε ο αρχηγός της ΕΡΕ. Ο Παπανδρέου κούνησε καταφατικά το κεφάλι του: «Ναι Παναγιώτη. Έχεις δίκιο. Συμφωνώ κι εγώ». Ποιος θα ήταν όμως ο νέος υπηρεσιακός πρωθυπουργός; Έμειναν για λίγο σκεπτικοί, αντήλλαξαν προτάσεις και συμφώνησαν στο πρόσωπο του Ιω. Παρασκευόπουλου. Ο Παπανδρέου, είπε με χαμόγελο:
-Ας είναι πάλι ο Γιάννης. Δεν είναι ανάγκη να προστεθεί κι άλλος ένας πρώην πρωθυπουργός στις δοξολογίες στην Μητρόπολη! Εκτός τούτου, ο Γιάννης μου είναι γουρλής!…»
Ο Κανελλόπουλος γέλασε. Ο Ιω. Παρασκευόπουλος, είχε χρηματίσει υπηρεσιακός πρωθυπουργός στις εκλογές του 1964, κατά τις οποίες η Ε.Κ. πήρε το 53%. Όταν κανόνισαν και τις τελευταίες λεπτομέρειες, ο Μπίτσιος με τον Αρναούτη μπήκαν στο δωμάτιο. Οι 4 άνδρες χαιρετήθηκαν και έφυγαν χωριστά.

Λίγες μέρες αργότερα, έγινε η δεύτερη συνάντηση στο ίδιο μέρος. Αυτή τη φορά όμως, ήταν παρών και ο βασιλεύς μαζί με τον Δ. Μπίτσιο, ο οποίος κρατούσε σημειώσεις και έφτιαξε το μνημόνιο που υπέγραψαν οι δύο αρχηγοί στις 18 Δεκεμβρίου. Ο Κωνσταντίνος διευκρίνισε ότι ο νέος πρωθυπουργός Παρασκευόπουλος θα ανελάμβανε και το υπουργείο Εθν. Αμύνης. Και οι τρεις έμειναν σύμφωνοι. Ο Π. Κανελλόπουλος γράφει στις αναμνήσεις του: «…Και πάλι τηρήθηκε απόλυτη μυστικότητα. Και ρώτησα τότε τον Παπανδρέου και τον βασιλιά ποια ήταν η ανάγκη της μυστικότητας, αφού δεν κάναμε καμία παρασκηνιακή ενέργεια που είχε κακό σκοπό, αλλά μία συνεννόηση για να επέλθει ένας κατευνασμός των παθών, για να προχωρήσει ο τόπος σε μια ομαλή πολιτική εξέλιξη. Ο Γ. Παπανδρέου είπε: «Άσε, πρέπει να μείνει μυστικό…»! Δεν θέλω να διατυπώσω καμία εικασία.
Πάντως ο βασιλιάς δεν είχε λόγο να το φοβάται, γιατί προς όφελός του θα απέβαινε αν φαινόταν, ότι γινόταν με πρωτοβουλία του προσπάθεια συνεννοήσεως των δύο μεγάλων κομμάτων.»
Τα γεγονότα ακολούθησαν ραγδαία. Η κυβέρνηση του Στεφανόπουλου ανετράπη από τα δύο μεγάλα κόμματα, και σχηματίσθηκε η κυβέρνηση Παρασκευοπούλου.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου με την «σκληρή» ομάδα του, πολέμησε την κυβέρνηση Παρασκευόπουλου, η οποία κι αυτή έπεσε. Πολύ αργότερα, όταν πια ξέσπασε η συμφορά της δικτατορίας, ο Γ. Παπανδρέου κρατούμενος στο Πικέρμι συναντήθηκε κάτω από δραματικές συνθήκες με τον γυιό του. Πικραμένος ο «Γέρος» είπεν στον Ανδρέα Παπανδρέου:
«Δεν στα έλεγα; Τα έβαλες με όλο τον κόσμο! Στο έλεγα ότι θα γινόταν αυτό… Τα έβαλες με το παλάτι, με τους Αμερικανούς, με το κατεστημένο. Χτύπησες τη λύση Παρασκευόπουλου. Ήταν φανερό, ότι αφού η λύση αυτή δυναμιτίσθηκε, θα πηγαίναμε σε δικτατορία…»
Τα Χριστούγεννα του 1966, χάθηκε η τελευταία ευκαιρία για να μπει φραγμός στην «κάθοδο των τανκς»…
του Γ. Α. Λεονταρίτη
Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 1992 / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ